Sunday, April 11, 2021

Κήπος Ηρώων Μεσολογγίου

Το Μεσολόγγι των 12.785 μόνιμων κατοίκων είναι μια αναπάντεχα ζωντανή και γοητευτική πόλη που συνεχίζει επάξια την ιστορική της πορεία. Πρωτεύουσα της Αιτωλοακαρνανίας, κτισμένη στην είσοδο του Πατραϊκού κόλπου, ανάμεσα στις εκβολές των ποταμών Ευήνου και Αχελώου, πλάι στην λιμνοθάλασσα που αποτελεί σημαντικό υγροβιότοπο, με σπάνια χλωρίδα και πανίδα, ιχθυοπαραγωγικό κέντρο και κέντρο παραγωγής αλατιού δεν είναι μόνο η πόλη με την βαριά ιστορική κληρονομιά, αλλά η σύγχρονη πόλη με την έντονη πνευματικότητα.

Η πρώτη επαφή του επισκέπτη με την Ιερή πόλη του Μεσολογγίου (όπως ανακηρύχτηκε  στις 22 Απριλίου του 1937 με απόφαση του Γεωργίου του Β’, που όρισε την  Κυριακή των Βαΐων ημέρα εθνικού εορτασμού της επετείου της Εξόδου), περνά από την ανατολική Πύλη που είναι και η είσοδος της πόλεως, της οποίας τα τείχη έγιναν την εποχή του ‘Οθωνα, και συναντά τον Κήπο των Ηρώων. Ο κήπος των Ηρώων έγινε από πρωτοβουλία του Ιωάννη Καποδίστρια στις 14 Μαΐου 1829. Ένα χρόνο νωρίτερα κατ’ εντολή  του βασιλιά Όθωνα με ειδική τελετή είχαν τοποθετηθεί τα οστά των Ηρώων σε τύμβο – απομίμηση μυκηναϊκού – που περιελήφθη στο συγκρότημα του Κήπου, και είχε δοθεί εντολή για τη δημιουργία του τείχους στα ίχνη του φράχτη.


Δύο πολιορκίες άντεξε αυτό το σπουδαίο οχυρωματικό έργο με τις περίφημες τάπιες. Μέσα στον Κήπο βρίσκεται και το μνημείο του Μάρκου Μπότσαρη που στήθηκε στις 14 Οκτωβρίου  1838 κατά την επίσκεψη του ‘Οθωνα και της Αμαλίας. Στις 5 Αυγούστου 1823 σε μάχη στο Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου, πέθανε ο Μάρκος Μπότσαρης από σφαίρα στο Μέτωπο και ενταφιάστηκε στις 10 Αυγούστου στο Μεσολόγγι που κηρύττει οκταήμερο πένθος, ενώ πάνω στον τάφο του ορκίζεται αργότερα ο Λόρδος Μπάιρον να πεθάνει για την Ελευθερία της Ελλάδας. Στον Κήπο ήταν που τοποθετήθηκαν οι ανδριάντες των αγωνιστών με τα επιγράμματα καθώς και τα μνημεία αφιερωμένα στους φιλέλληνες που έδωσαν τη ζωή τους στο Μεσολόγγι. 

Στα ηρωικά γεγονότα του Μεσολογγίου σημαντική ήταν η συνεισφορά της Μεσολογγίτισσας την οποία ύμνησαν ιστορικοί και ποιητές. Από τις πρώτες στιγμές του αγώνα οι Μεσολογγίτισσες βρέθηκαν στο πλευρό των μαχητών. Άλλοτε μεταφέρανε πολεμοφόδια, άλλοτε βοηθούσαν τους άνδρες τους, άλλοτε έπαιρναν τη θέση τους στη μάχη ακόμη και με τουφέκια. Ήδη από την πρώτη πολιορκία οι γυναίκες είχαν τις θέσεις τους στην επίθεση κρατώντας σφεντόνες και πέτρες. Στην ‘Εξοδο, οι γυναίκες ντύθηκαν αντρικά και πολέμησαν παλικαρίσια δίπλα στο πλευρό των ανδρών, πολλές φορές μαζί με τα μικρά παιδιά τους. Όλες τους ζήτησαν να θαφτούν με την πολεμική στολή τους και όσες κατάφεραν να επιζήσουν τη φύλαξαν ευλαβικά για να τη φορούν στην επέτειο της Εξόδου και στο πανηγύρι του Αι-Συμιού.


Μια απ’ αυτές τις ηρωίδες, η Τασούλα Γυφτογιάννη, μ’ αυτή τη στολή θάφτηκε σε ηλικία 90 ετών. Λέγεται ότι από την Έξοδο σώθηκαν μόνο 7 γυναίκες και κάποια κορίτσια κάτω των 12 ετών. Είναι πολύ μεγάλη η συμβολή της Μεσολογγίτισσας στον Ιερό Αγώνα, που υπέφερε τον εξευτελισμό και την αιχμαλωσία από την οποία για να διαφύγει κατέφευγε στην αυτοκτονία. Πολλών γυναικών τα ονόματα διασώθηκαν και κάποιες τιμηθήκανε με μετάλλια ανδρείας ενώ πολλές άλλες ξεχαστήκανε. Ιδιαίτερη μνεία στις Μεσολογγίτισσες κάνει ο Εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός, στο ποίημά του «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»…

Ψυχή μεγάλη και γλυκιά, μετά χαράς στο λέω: θαυμάζω τις γυναίκες μας και στ’ όνομά τους μνέω…

Ενώ στο πεζό του « Η γυναίκα της Ζάκυνθος» σε χαρακτηριστικό απόσπασμα αναφέρει:… και εσυνέβηκε αυτές τες ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μεσολόγγι και συχνά ολημερίς και κάποτε ολονυχτίς έτρεμε η Ζάκυνθος από το κανονίδι το πολύ. Και κάποιες γυναίκες Μεσολογγίτισσες επερπατούσαν τριγύρω γυρεύοντας για τους άνδρες τους, για τα παιδιά τους, για τ’ αδέλφια τους, που επολεμούσανε… Στην αρχή εντρεπόντανε να βγούνε και επροσμένανε το σκοτάδι για ν’ απλώσουν το χέρι, επειδή δεν ήτανε μαθημένες»… Και ελαβαίνανε χρήματα και πανιά για τους λαβωμένους. Και δεν τους έλεγε κανένας το όχι, γιατί οι ρώτησες των γυναικών ήτανε τες περισσότερες φορές συντροφεμένες από τες κανονιές του Μεσολογγιού… και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας… Και οι πλέον πάμπτωχοι εβγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μεσολόγγι και κλαίοντας…»