Τι ομορφιά, τι γοητεία, τι ανθρωπιά έχει αυτή η γειτονιά! Εδώ, ο ουρανός δεν κρύβεται πίσω από ψηλά κτίρια, η αίσθηση της γειτονιάς δεν χάνεται στους πολύβουους δρόμους.
Τα οικοδομικά τετράγωνα είναι γεμάτα από σπίτια μακρόστενα, πολύ μικρά, χωμένα στα πιο απρόσμενά σοκάκια και περιμένουν κανείς να τα ανακαλύψει. Μπορείς να κάνεις βόλτες δίπλα από τις νεραντζιές, να χαζεύεις τις λιλιπούτειες μονοκατοικίες με τις αυλές και τις μπουγάδες που ανεμίζουν μοσχοβολώντας νοικοκυροσύνη, νιώθοντας ότι πρωταγωνιστείς σε ασπρόμαυρη ελληνική ταινία!
Στην Καλλιθέα κατέφθασαν το φθινόπωρο του 1922 πάνω από 20.000 πρόσφυγες από τον Πόντο, την Καππαδοκία, την Κωνσταντινούπολη και τα παράλια της Μικράς Ασίας. Για την εγκατάσταση τους, εκτός από τον συνοικισμό του Σκοπευτηρίου, που προϋπήρχε, δημιουργήθηκαν οι προσφυγικοί συνοικισμοί των Παλαιών Σφαγείων (βόρεια της Χαροκοπείου Σχολής) και των Τζιτζιφιών.
Τότε ο υπέρογκος αριθμός των προσφύγων ανάγκασε τις κυβερνήσεις να κινητοποιήσουν όλους τους ανθρωπιστικούς φορείς και όλα τα μέσα που διέθεταν, προκειμένου να αποκατασταθούν οι νεοφερμένοι.
Προ του 1919 η Καλλιθέα, είχε πληθυσμό κάτω από 4.000, εφ’ όσον κατά την απογραφή του 1920 περιλαμβάνει 4.185 (πλην των Τζιτζιφιών, οι οποίαι κατά την ίδιαν απογραγή περιλαμβάνουν 446 κατοίκους). Μέσα εις το βραχύ διάστημα μιας οκταετίας συνετελέσθη πληθυσμιακό άλμα, διότι κατά την απογραφή του 1928 η Καλλιθέα έχει πληθυσμό 26.813 κατοίκους, οι δε Τζιτζιφιές 2.841. Η ραγδαία αυτή αύξηση οφείλεται κατά το μεταλύτερο μέρος στην προσέλευση του προσφυγικού στοιχείου.
Στεγάστηκαν και αυτοί σε ξύλινα παραπήγματα μέσα στα βούρλα των Τζιτζιφιών, που υπάγονταν τότε στην Κοινότητα Νέου Φαλήρου. Οι όροι διαβίωσης στις Τζιτζιφιές υπήρξαν πολύ χειρότεροι από εκείνους των άλλων συνοικισμών.
Οι καταυλισμοί μέχρι να χτιστούν τα προσφυγικά σπίτια ήταν άθλιες παράγκες με πισσόχαρτα. Έντονο ήταν το πρόβλημα της λειψυδρίας, της ανύπαρκτης αποχέτευσης, των πολλαπλών ασθενειών, και των μεγάλων πλημμυρών.
Η περιοχή ήταν ακατάλληλη για εγκατάσταση, αφού βρισκόταν σε χαμηλότερο επίπεδο από αυτό της θάλασσας, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται σε απροσπέλαστη λιμνοθάλασσα κάθε φορά που έβρεχε.
Πολλοί παλιοί κάτοικοι της Καλλιθέας περιγράφουν εικόνες αθλιότητας κάθε φορά που πλημμύριζε ο συνοικισμός. Οι ίδιοι έτρεχαν να βοηθήσουν τους αναξιοπαθούντες, οι οποίοι πολλές φορές βρέθηκαν να επικοινωνούν μεταξύ τους με βάρκες.
Παρ’ όλες τις κακουχίες, οι γυναίκες είχαν το νοικοκυριό τους τακτοποιημένο τα σπίτια ήταν πεντακάθαρα. Δεν υπήρχε έγκλημα εκεί. Ήταν μια τακτική κοινότητα, όπου επικρατούσε η οικογενειακή τιμή και υπερηφάνεια και χαρακτηριζόταν από αμοιβαία αλληλεγγύη.
Ο χώρος των Τζιτζιφιών και η παραλία του εξυπηρετούσε στο παρελθόν τις ανάγκες αναψυχής της μεγαλύτερης μάζας του πληθυσμού της Αθήνας και κυρίως των κατοίκων των γειτονικών Δήμων Μοσχάτου, Νέας Σμύρνης κ.λ.π.
Ο κόσμος περνούσε τον ελεύθερο χρόνο του στα πολλά ζαχαροπλαστεία και καφενεία της περιοχής, ενώ για τη βραδινή διασκέδαση υπήρχαν διάφορα νυχτερινά κέντρα με μπουζούκια. Η Καλλιθέα, και συγκεκριμένα οι Τζιτζιφιές, είναι μια περιοχή που άφησε το δικό της στίγμα στον ιστορικό χάρτη της μουσικής παράδοσης.
Το ρεμπέτικο άνθισε εκεί τη δεκαετία του ‘50 και του ’60. Δύο ιστορικά μουσικά κέντρα το Φαληρικόν και ο Καλαματιανός στέγασαν τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του ρεμπέτικου τραγουδιού.
Αψευδή μάρτυρα μιας άλλης εποχής αποτελεί ο συνοικισμός, έπεται όμως η αντίθεση με τις Τζιτζιφιές του παρελθόντος. Σήμερα τα προσφυγικά κτήρια δέχονται ασφυκτικές πιέσεις από τη λαίλαπα της οικοδόμησης, αποτελούν τον εύκολο στόχο σε μια διαδικασία κατεδάφισης από εργολάβους και ιδιοκτήτες.
Αυτή την στιγμή στην περιοχή επικρατεί μια έκρηξη αντιπαροχής. Ήδη πολλοί εκ των ιδιοκτητών έχουν προχωρήσει τις διαδικασίες για την έκδοση των σχετικών αδειών και σύντομα η περιοχή θα αλλάξει όψη διότι έχει σημαντική προοπτική λόγω της γειτνίασης με το κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος.
Καινούργιες πολυτελείς πολυκατοικίες ορθώνονται η μια μετά την άλλη. Στην ευρύτερη περιοχή Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) όπου τα ποσοστά αντιπαροχής κυμαινόντουσαν το 2018 από 27-32%, έφτασαν οι οικοπεδούχοι σήμερα να απαιτούν 45-50%, γιατί τόσο θεωρούν ότι αξίζει η γη τους.
Έτσι, στο τσιμέντο του Ιδρύματος Νιάρχου προστίθεται και το τσιμέντο από την «ανάπτυξη» της γύρω περιοχής. Φυσικά αυτό θα έχει τεράστιες κοινωνικές συνέπειες. Οι φτωχοί και οι μετανάστες θα εκδιωχθούν, γιατί θα τους είναι αδύνατο να αντέξουν οικονομικά την αύξηση των ενοικίων.
Μαζί με τα προσφυγικά αυτά χάνονται μνήμες, άνθρωποι, κοινωνικές δομές, γειτονιές, έθιμα.
Θα μπορούσε να υπάρξει μια συνολική προστασία και διατήρηση της αυτής της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς όμως, δυστυχώς, η πολιτεία και ο Δήμος κωφεύουν. Είναι πολύ το χρήμα σ’ αυτό το τεράστιας αξίας φιλέτο…